
Η Γενική Εισαγγελέας της ΕΕ δήλωσε στους FΤ ότι τα κατασχεθέντα χρήματα προέρχονταν από εγκληματικές δραστηριότητες, που στόχευαν στη μεταφορά αγαθών στην Ευρώπη σε «μαζική» κλίμακα χωρίς την καταβολή των απαιτούμενων δασμών και φόρων. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) απήγγειλε τον περασμένο μήνα κατηγορίες σε δύο τελωνειακούς υπαλλήλους και 14 μεσάζοντες, οι οποίοι φέρεται να συμμετείχαν σε σχέδιο εισαγωγής αγαθών από την Κίνα — όπως ηλεκτρικά ποδήλατα — παρακάμπτοντας τις πληρωμές δασμών και φόρων.
Κατά τη διάρκεια εφόδων που στόχευσαν το λιμάνι του Πειραιά τον Ιούνιο, οι αρχές κατάσχεσαν 2,7 εκατ. ευρώ σε μετρητά από το γραφείο ενός τελωνειακού μεσάζοντα — ποσό που θα ζύγιζε πάνω από 25 κιλά σε χαρτονομίσματα των 100 ευρώ -και επιπλέον 300.000 ευρώ στο σπίτι του, δήλωσε η Κόβεσι.
Τα χαρτονομίσματα αποτελούσαν μέρος ενός συνολικού ποσού 4,78 εκατ. ευρώ που κατασχέθηκαν σε μετρητά και 5,4 εκατ. ευρώ που «πάγωσαν» σε τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελλάδα. Συνολικά, 5,8 εκατ. ευρώ κατασχέθηκαν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Οι αρχές κατέσχεσαν επίσης ακίνητα και αυτοκίνητα, καθώς και περισσότερα από 2.400 κοντέινερ με εκτιμώμενη αξία 250 εκατ. ευρώ. «Αυτή είναι η μεγαλύτερη κατάσχεση κοντέινερ στην ΕΕ μέχρι σήμερα», είπε η Κοβέσι.
«Στοχεύουμε εγκληματικά δίκτυα που οργανώνουν μαζικές εισαγωγές αγαθών από την Κίνα, αποφεύγοντας τους τελωνειακούς δασμούς και διαπράττοντας μεγάλης κλίμακας απάτη στον ΦΠΑ». Η EPPO εκτιμά ότι οι ζημίες από το σχέδιο αυτό, το οποίο εκτείνεται σε 14 ευρωπαϊκές χώρες που καλύπτονται επί του παρόντος από την έρευνα, υπερβαίνουν τα 800 εκατ. ευρώ σε τελωνειακούς δασμούς και ΦΠΑ. «Αυτό δεν μπορεί να συμβεί χωρίς διαφθορά… υπήρχαν δημόσιοι υπάλληλοι που τους βοήθησαν, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσες να θέσεις σε εφαρμογή αυτό το τεράστιο σχέδιο», δήλωσε η Κοβέσι.
Η Λάουρα Κοβέσι, η οποία έγινε η πρώτη Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέας όταν δημιουργήθηκε η EPPO το 2019, τόνισε ότι «το οργανωμένο έγκλημα αυξάνεται και γίνεται ισχυρότερο εκμεταλλευόμενο τον προϋπολογισμό της ΕΕ και τους εθνικούς προϋπολογισμούς».
Η απάτη στον ΦΠΑ έχει γίνει «η πιο ελκυστική» εγκληματική δραστηριότητα στην ΕΕ, είπε, συχνά συνδυαζόμενη με απάτη στους τελωνειακούς δασμούς. «Οι απάτες ΦΠΑ αντιπροσωπεύουν πάνω από το ήμισυ των εκτιμώμενων ζημιών σε ό,τι ερευνούμε», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι η εν λόγω απάτη κοστίζει στην ΕΕ περίπου 50 δισ. ευρώ ετησίως.
Η Κόβεσι ανέφερε ότι κινεζικές εγκληματικές ομάδες εμπλέκονται στις περισσότερες από τις τρέχουσες έρευνες για απάτη στον ΦΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της υπόθεσης στην Ελλάδα, καθώς «θέλουν να ελέγξουν ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής… και να πληρώσουν το ελάχιστο δυνατό». «Αν δεν πληρώσεις κανέναν φόρο, μπορείς να πουλάς αυτά τα αγαθά σε χαμηλότερη τιμή από την κανονική. Και με αυτόν τον τρόπο επηρεάζεις τους παραγωγούς που βρίσκονται στην Ευρώπη», εξήγησε.
Η έρευνα ξεκίνησε από δύο μικρότερες υποθέσεις που σχετίζονταν με εσφαλμένες δηλώσεις εισαγωγής ηλεκτρικών ποδηλάτων και υφασμάτων στον Πειραιά και στο ιταλικό λιμάνι του Μπάρι. «Εισήγαγαν ηλεκτρικά ποδήλατα, αλλά στην πραγματικότητα τα δήλωσαν ως αλυσίδες ή ελαστικά», είπε η Κόβεσι, προσθέτοντας ότι αυτό επέτρεψε στις εγκληματικές ομάδες να αποφύγουν τους αντιντάμπινγκ φόρους και να αποκομίσουν «παράνομο κέρδος».
Στην Ελλάδα, η υπόθεση ξεκίνησε με δύο εταιρείες που υπέβαλαν περισσότερες από 5.000 εσφαλμένες τελωνειακές δηλώσεις, δήλωσε η Κόβεσι. Τελικά, οι δύο εταιρείες αποδείχθηκαν «εικονικές» και οι Κινέζοι ιδιοκτήτες πίσω από αυτές ήταν επίσης συνδεδεμένοι με την ιταλική υπόθεση, πρόσθεσε. «Διαπιστώσαμε ότι πρόκειται για τις ίδιες ταυτότητες και το ίδιο μοτίβο». Οι ύποπτες ομάδες δημιουργούσαν επίσης εικονικές εταιρείες για να αποφύγουν την καταβολή ΦΠΑ στο τελικό σημείο πώλησης των αγαθών. «Δημιούργησαν ψεύτικες εταιρείες και κανείς δεν πλήρωνε τίποτα», είπε η Κόβεσι. Πρόσθεσε ότι οι τελωνειακές αρχές δεν εντόπισαν προειδοποιητικά σημάδια στις δηλώσεις, αν και υπήρχαν «τεράστιες κόκκινες σημαίες». Υπέθεσε ότι οι τελωνειακοί υπάλληλοι «δεν έκαναν αυτούς τους ελέγχους επειδή κάποιες φορές λάμβαναν δωροδοκία».
Τρεις αξιωματούχοι με άμεση γνώση των τελωνειακών εργασιών στο λιμάνι του Πειραιά λένε ότι η υπόθεση απάτης είναι «απλώς η κορυφή του παγόβουνου», επισημαίνοντας την έλλειψη αυτοματοποιημένων συστημάτων σάρωσης ικανών να ελέγχουν σωστά τις εισερχόμενες αποστολές. Περίπου 5,1 εκατομμύρια κοντέινερ φτάνουν στον Πειραιά κάθε χρόνο.
Το ίδιο το λιμάνι ανήκει κατά πλειοψηφία σε θυγατρική της Cosco, του κινεζικού κρατικού ναυτιλιακού ομίλου. Απέκτησε για πρώτη φορά τις μετοχές του το 2008 κατά τη διάρκεια μιας σειράς εκποιήσεων που οι διεθνείς πιστωτές πίεσαν την Αθήνα να εγκρίνει μετά το διεθνές πρόγραμμα διάσωσης ύψους 300 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η Cosco δήλωσε ότι δεν μπορεί να σχολιάσει «μια έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη», αλλά πρόσθεσε ότι «συνεχίζει να ανταποκρίνεται άμεσα στα αιτήματα των ελληνικών αρχών».