Ο Άγιος Θαλλέλαιος έζησε στα χρόνια του βασιλέως Νουμεριανού και καταγόταν από το Λίβανο (Φοινίκη). Σπούδασε ιατρική και διακονούσε με αγάπη, υπομονή και φιλανθρωπία τον πάσχοντα συνάνθρωπό του. Καταγγέλθηκε στον άρχοντα Θεόδωρο για τη χριστιανική του ιδιότητα, και αυτός τον κάλεσε να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Άγιος αντιστάθηκε με απαράμιλλη παρρησία και πίστη στον Αναστημένο Κύριο. Αποτέλεσμα ήταν να συρθεί στο μαρτύριο. Δέχθηκε με ανδρεία πολλά και φρικτά βασανιστήρια. Τέλος, αφού τον κρέμασαν, κι ενώ πίστευαν πως είχε ξεψυχήσει, εκείνος παρέμενε ζωντανός δοξολογώντας τον Τριαδικό Θεό.
Οι δήμιοι Αλέξανδρος και Αστέριος, βλέποντας το θαύμα, πίστεψαν και οι ίδιοι στο Χριστό και ομολόγησαν δημόσια την πίστη τους στον Αναστημένο Λυτρωτή, με αποτέλεσμα ο ηγεμόνας με αλαζονεία να τους βασανίσει μέχρι μαρτυρικού θανάτου για τη χριστιανική τους ομολογία.
Στη συνέχεια, ο ειδωλολάτρης ηγεμόνας αποφάσισε να πάει ο ίδιος να βασανίσει τον Άγιο Θαλλέλαιο, αλλά αμέσως κόλλησε το σώμα του στο θρόνο και αδυνατούσε να σηκωθεί. Τότε ο Άγιος τον λυπήθηκε και προσευχήθηκε για αυτόν.
Με το θαύμα αυτό πολλοί ειδωλολάτρες πίστεψαν στον αληθινό Θεό και αποστράφηκαν τα είδωλα. Όμως, ο ηγεμόνας, με εγωισμό και ζηλοφθονία, παρέμεινε στην απιστία του. Διέταξε τότε να ρίξουν τον Άγιο στη θάλασσα, διεσώθη όμως, και στη συνέχεια τον έριξαν στα άγρια θηρία με το ίδιο αποτέλεσμα.
Τέλος, τον αποκεφάλισαν και έτσι έλαβε το στεφάνι της δόξης του Θεανθρώπου, αρχηγού της ζωής και του θανάτου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι αναστημένη με την Ανάσταση του Κυρίου, αφού δια του θανάτου Του, θανάτωσε το θάνατο. Εκείνο που απομένει να αναστηθεί είναι το σώμα του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος έχει ανθρώπινη υπόσταση και μετέχει της ανθρωπίνης φύσεως. Ο Υιός και Λόγος του Θεού και Υιός του ανθρώπου μαζί με την θεία φύση, με τη σάρκωση προσέλαβε εκτός από την ανθρώπινη υπόσταση και ολόκληρη την ανθρώπινη φύση τελεία. Ιδού γιατί ενώ Εκείνος είναι τέλειος και αναμάρτητος, σώζει, θεραπεύει και ανασταίνει τον πεπερασμένο άνθρωπο.