Ο κύριος Βίλμοτ βρισκόταν εν πλω μεταξύ Λίβερπουλ και Νέας Υόρκης. Επί μέρες μαινόταν μια λυσσώδης τρικυμία στον Ατλαντικό Ωκεανό, αλλά κατά την πέμπτη ημέρα οι αέρηδες κόπασαν για λίγο κι έτσι, ο κύριος Βίλμοτ κατόρθωσε να κοιμηθεί λίγο πριν ξημερώσει. Τότε, είδε ένα συνταρακτικό όνειρο, που δεν μπορούσε να το βγάλει από τον νου του.
Η σύζυγός του, η οποία είχε παραμείνει στην Αμερική, εμφανίστηκε ολοζώντανη στην καμπίνα του ατμόπλοιου, φορώντας τη νυχτερινή περιβολή της. Η γυναίκα προχώρησε προς τον σύζυγό της διστακτικά, καθώς δεν ήταν μόνος του, αφού μοιραζόταν την καμπίνα του με έναν άλλο άντρα. Τον κοίταξε τρυφερά και άπλωσε τα χέρια της και τον αγκάλιασε στοργικά.
Όταν ξύπνησε ο κύριος Βίλμοτ, άκουσε τον συνταξιδιώτη του, τον κύριο Τάιτ, να του λέει:
Ο κύριος Βίλμοτ σάστισε. Του εξήγησε τα καθέκαστα, τα οποία κανένας από τους δυο τους δεν μπορούσε να τα κατανοήσει. Πώς ήταν δυνατόν να είχε δει ο Τάιτ τη σύζυγο του Βίλμοτ με σάρκα και οστά, ενώ εκείνη βρισκόταν στην Αμερική και εν τέλει, απλά την είχε ονειρευθεί ο άντρας της;
Αλλά, τα περίεργα γεγονότα δε σταμάτησαν εκεί. Όταν ο κύριος Βίλμοτ αποβιβάστηκε από το πλοίο κι οσονούπω επέστρεψε στο σπίτι του, μια από τις πρώτες ερωτήσεις που του έκανε η γυναίκα του ήταν η εξής:
Έτσι, η κυρία Βίλμοτ άρχισε να διηγείται ένα ανορθόδοξο περιστατικό. Η ίδια είχε τρομάξει από την άγρια κακοκαιρία, που μάστιζε εκείνες τις ημέρες την περιοχή και είχε ανησυχήσει ιδιαιτέρως. Μάλιστα, τη συγκεκριμένη νύχτα, που η καταιγίδα και ο σφοδρός άνεμος μαινόταν ακράτητος, η γυναίκα είχε κοιμηθεί πολύ αργά, γύρω στις τέσσερις τα ξημερώματα και της φάνηκε σαν να είχε εγκαταλείψει το σώμα της και περιπλανιόταν, αναζητώντας αγωνιωδώς τον άντρα της. Ήθελε να μάθει με κάθε τρόπο αν ήταν καλά. Τότε, ένιωσε πως μπήκε μέσα στην καμπίνα του συζύγου της, την οποία μοιραζόταν με κάποιον άλλο συνεπιβάτη. Προς στιγμήν, φοβήθηκε, αλλά στη συνέχεια, πλησίασε την κουκέτα, έσκυψε, τον φίλησε κι έφυγε…
Ιδού ένα ακόμη φαινόμενο τηλεπάθειας: Ο Αντισυνταγματάρχης Στεφάν Περό υπηρετούσε στη Nyagasola του Σουδάν. Έμεινε πολλούς μήνες εκεί πολιορκημένος, χωρίς να έχει καμία απολύτως επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο. Λίγους μήνες πριν αναχωρήσει από τη Γαλλία, είχε δει έναν συνάδελφό του, τον Υπολοχαγό Ζαφ, να επιβιβάζεται σε πλοίο με προορισμό την Κίνα. Ένιωσε αμέσως μια αδιευκρίνιστη θλίψη, διότι προαισθάνθηκε ότι δε θα τον ξαναέβλεπε ποτέ.
Παρήλθε, όμως, καιρός και η επικίνδυνη ζωή του Αντισυνταγματάρχη στο Σουδάν τον είχε κάνει να λησμονήσει τον φίλο του, όταν μια νύχτα στη Nyagasola ονειρεύτηκε τον Ζαφ πληγωμένο και ετοιμοθάνατο, πλάι σ’ ένα είδος τοιχώματος, το οποίο αποτελούνταν από ξύλινες δοκούς. Ξάφνου, είδε να διέρχεται μια ομάδα από Κινέζους επαναστάτες, που πολεμούσαν εναντίον πεζοναυτών. Άκουσε πυροβολισμούς και τέλος, ο Ζαφ, αν και σοβαρά λαβωμένος, κράδαινε στο χέρι του το περίστροφό του, ενθαρρύνοντας τους στρατιώτες του.
Αίφνης, μπροστά στα μάτια του είδε τον Ζαφ να σωριάζεται καταγής από συνεχόμενες βολές όπλων. Τότε, ο Περό γονάτισε μπροστά από το πτώμα του φίλου του, που ήταν καταματωμένο και του φάνηκε για μια απειροελάχιστη στιγμή ότι διέκρινε έναν αδελφικό αποχαιρετισμό στο σβησμένο βλέμμα του.
Ο Αντισυνταγματάρχης πετάχτηκε όρθιος από τον ύπνο του, μουσκεμένος από τον ιδρώτα της αγωνίας και βαστώντας την καρδιά του, που θαρρείς και θα έσπαγε από τον τρόμο. Έσπευσε να σημειώσει την ημερομηνία και την ώρα του ονείρου του στο ημερολόγιό του, το οποίο αποδείχτηκε προφητικό.
Όταν έληξε επιτέλους η πολιορκία και έλαβε ειδήσεις από την πατρίδα του, τη Γαλλία, ο Περό διάβασε σ’ ένα φύλλο μιας ναυτικής εφημερίδας τον θάνατο του αγαπημένου του φίλου, του Υπολοχαγού Ζαφ, κάτω από τις ίδιες ακριβώς συνθήκες, που είχε δει τόσο λεπτομερώς στο προφητικό όνειρό του.
Τα δύο αυτά καταπληκτικά περιστατικά τηλεπάθειας καταδεικνύουν πως η δύναμη του ανθρώπινου νου είναι απροσμέτρητη και τα μυστήρια, που τον πλαισιώνουν, αρίφνητα.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΑΘΗΝΑΙ», στις 27/11/1925…