Ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ανεξάρτητων Ηλεκτροπαραγωγών (ΕΣΑΗ) προειδοποιεί για τις αρνητικές συνέπειες που μπορεί να έχει για τη χώρα ο ενεργειακός σχεδιασμός, όπως αποκρυσταλλώνεται στο αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Συγκεκριμένα, το νέο ΕΣΕΚ προβλέπει ότι στην Ελλάδα θα λειτουργούν το 2030 μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο συνολικής ισχύος 7,9 GW.
Εντούτοις, ο ΕΣΑΗ θεωρεί ότι αυτό δεν είναι εφικτό με βάση τον τωρινό σχεδιασμό της αγοράς διότι η ενέργεια που θα παράγουν τα επόμενα χρόνια αυτές οι μονάδες θα μειώνεται συνεχώς λόγω της διείσδυσης των ΑΠΕ. Κατ’ επέκταση, αυτές οι μονάδες δεν θα μπορούν να καλύπτουν τα σταθερά και κεφαλαιουχικά κόστη τους κι επομένως θα οδηγηθούν σε απόσυρση για οικονομικούς λόγους.
FT: Επιστολή Μητσοτάκη στη φον ντερ Λάιεν ζητά ευρωπαϊκή λύση στις στρεβλώσεις της αγοράς ενέργειας
«Είναι προφανές ότι εάν αποσυρθούν έστω και 2-3 μονάδες αερίου τότε θα επανέλθει ο κίνδυνος των μπλακ άουτ», υπογραμμίζει ο ΕΣΑΗ. Το ίδιο μη ρεαλιστική είναι και η παραδοχή ότι η εγκατεστημένη ισχύς των μονάδων αερίου την περίοδο 2035-2050 θα παραμείνει σταθερή στα 6,4 GW, προσθέτει ο σύνδεσμος.
Σύμφωνα με το newsit.gr, Καθώς οι μονάδες αυτές θα λειτουργούν συνολικά μόλις 670 ώρες ετησίως, είναι βέβαιο ότι δεν θα είναι όλες οικονομικά βιώσιμες. Επομένως η ισχύς των μονάδων αερίου αυτή την περίοδο θα είναι σημαντικά μικρότερη, εάν τα πράγματα εξελιχθούν σύμφωνα με τις παραδοχές του ΕΣΕΚ.
Ως λύση προβάλλεται η δημιουργία μιας νέας αγοράς διαθέσιμης ισχύος, κάτι που θέτει στο προσκήνιο και η πρόσφατη έκθεση Ντράγκι. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι μονάδες αερίου αμείβονται για τη διαθεσιμότητα παραγωγής που παρέχουν, άρα μπορούν να είναι βιώσιμες ανεξαρτήτως της χαμηλής τους παραγωγής στην πράξη.
Από την πλευρά του, το ΥΠΕΝ φαίνεται πως αναγνωρίζει το πρόβλημα και προσανατολίζεται να δομήσει ένα τέτοιο μηχανισμό προκειμένου να προστατεύσει τις μονάδες αερίου και μαζί την ευστάθεια του εγχώριου συστήματος ηλεκτρισμού. Η σχετική πρόταση προς την Κομισιόν θα πρέπει να κατατεθεί μέσα στα επόμενα 1-2 χρόνια προκειμένου να τεθεί σε λειτουργία εγκαίρως.