
Τα 32 μέλη του ΝΑΤΟ έδωσαν συνολικά 1,303 τρισ. δολάρια για αμυντικές δαπάνες πέρυσι, υπερβαίνοντας τις προβλέψεις, ενώ 22 μέλη πέτυχαν τον στόχο του 2% του ΑΕΠ, καθώς η πρόθεση των ΗΠΑ να «αποσυρθούν» από τα ανατολικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) οδηγεί αρκετά κράτη μέλη να «πατήσουν γκάζι» στις δαπάνες, πιάνοντας τους στόχους.
Τα στοιχεία του ΝΑΤΟ δείχνουν επίπεδα αμυντικών δαπανών ρεκόρ συνολικού ύψους 468 δισ. δολαρίων ή 412 δισ. ευρώ στην Ευρώπη και τον Καναδά, το 38% των οποίων πήγε στην αγορά σημαντικού εξοπλισμού, ενώ οι ΗΠΑ δαπάνησαν 818 δισ. δολάρια ή 720 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα έγγραφα του ΝΑΤΟ, το προηγούμενο έτος, το 2023, τα μέλη του ΝΑΤΟ είχαν δαπανήσει 200 δισ. δολάρια ή 176 δισ. ευρώ λιγότερα για την άμυνα, γεγονός που υποδηλώνει αύξηση 19%.
Συνολικά 22 χώρες πέτυχαν επίσης τον στόχο να δαπανούν το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα. Οι αρχικές εκτιμήσεις που είχαν δημοσιευθεί στις αρχές του έτους είχαν υποθέσει ότι 23 θα πετύχαιναν το στόχο, αλλά το Μαυροβούνιο δεν το πέτυχε, ενώ χώρες όπως το Βέλγιο (1,29%), η Ιταλία (1,5%) και η Ισπανία (1,24%) που παραδοσιακά βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις της κατηγορίας, πλέον δεσμεύονται για επίτευξη του στόχου του 2%. Ο Καναδάς χάνει επίσης τον στόχο (1,45%).
Στους «καλοπληρωτές» κατατάσσονται το Ηνωμένο Βασίλειο (2,33%), η Γερμανία (2,1%) και η Γαλλία (2,03%), ενώ και η Ελλάδα παραμένει ένας παραδοσιακά μεγάλος καταναλωτής αμυντικών συστημάτων, δαπανώντας περίπου 3% του ΑΕΠ.
Ριζικές αλλαγές στις Ένοπλες Δυνάμεις ανακοινώνει ο Δένδιας: Στόχος οι 150.000 ενεργοί έφεδροι έως το 2030
Προς ποια κατεύθυνση πιέζουν οι ΗΠΑ το ΝΑΤΟ, τι σημαίνει για την Ελλάδα;
Όπως έχει κάνει γνωστό η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ, ο Λευκός Οίκος πιέζει ο στόχος για τις αμυντικές δαπάνες να υπερδιπλασιαστεί από το 2 στο 5% του ΑΕΠ, ενώ διεργασίες μεταξύ των διπλωματών δείχνουν προς ένα συμβιβαστικό στόχο γύρω από το 3% ή το 3,5%, με τον Σουηδό πρωθυπουργό Ολφ Κριστόφερσον να δηλώνει την προηγούμενη εβδομάδα, πως ο τακτικός στόχος για τις αμυντικές δαπάνες θα μπορούσε να οριστεί στο 3,5% με προσθήκη 1,5% για μη στρατιωτικούς τομείς, όπως είναι λειτουργικά κόστη, μισθοί κλπ. Σε κάθε περίπτωση η τελική απόφαση θα ληφθεί στη σύνοδο κορυφής των ηγετών στη Χάγη στα τέλη Ιουνίου.
Εάν ο στόχος προσεγγίσει τελικά το 5%, σημαίνει πως η Ελλάδα θα πρέπει χοντρικά να δαπανήσει επιπλέον 2% του ΑΕΠ της στην άμυνα.
Υπενθυμίζουμε πως ο πρωθυπουργός εξήγγειλε ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα 25-28 δισ. ευρώ, αλλά σε βάθος 12ετίας.
Ακόμα πιο περίπλοκη είναι η κατάσταση σε σχέση με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, καθώς ακόμα εκκρεμούν οι τελικές αποφάσεις για το όριο των αμυντικών δαπανών και την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής.
Με τα μέχρι τώρα δεδομένα, βάσει της Λευκής Βίβλου της Κομισιόν, εάν μια χώρα ενεργοποιήσει τη ρήτρα διαφυγής, θα μπορεί ετησίως για 4 χρόνια να αποκλίνει από τα συμφωνηθέντα όρια δαπανών σε ποσοστό έως και 1,5% σε σχέση με την αύξηση των αμυντικών δαπανών από το 2021.
Οι αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας το 2021, ήταν στα 5,5 δισ. ευρώ, ενώ φέτος αναμένεται να αυξηθούν στα 6,6 δισ. ευρώ.
Εμπόδια στο ReArm Europe από το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο
Όμως ο δρόμος προς την γιγάντια αύξηση δαπανών την οποία σχεδιάζει η ΕΕ δεν είναι απλός.
Σε μυστική ψηφοφορία την Τετάρτη (23.04.2025), η Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ψήφισε υπέρ της υποστήριξης μιας νομικής γνωμοδότησης που απορρίπτει την προσπάθεια της Κομισιόν να παρακάμψει το Κοινοβούλιο σχετικά με ένα ταμείο δανείων επανεξοπλισμού ύψους 150 δισ. ευρώ.
Ενώ η Κομισιόν έχει πλήρη αυτονομία στην επιλογή νομικών βάσεων για τις προτάσεις της, η μη δεσμευτική ψηφοφορία θα μπορούσε να προκαλέσει μια ευρύτερη θεσμική σύγκρουση.
Το σχέδιο που προτάθηκε τον Μάρτιο από την Κομισιόν περιλαμβάνει δάνεια ύψους 150 δισ. ευρώ για την από κοινού προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού ευρωπαϊκής κατασκευής, τα οποία χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της Δράσης για την Ασφάλεια στην Ευρώπη (SAFE). Για να επισπεύσει την έγκριση, η Κομισιόν επικαλείται το άρθρο 122 της Συνθήκης της ΕΕ.
Το άρθρο αυτό επιτρέπει να παρακάμψει τις κοινοβουλευτικές διαπραγματεύσεις και να πάει κατευθείαν στο Συμβούλιο για διαπραγμάτευση και έγκριση, περιορίζοντας τον ρόλο του Ευρωκοινοβουλίου σε διακοσμητικό, επιτρέποντάς του μόνο την υποβολή προτάσεων και την αίτηση για συζήτηση.
Όμως, σύμφωνα με τη νομική υπηρεσία του Κοινοβουλίου, το άρθρο 122 είναι το λάθος εργαλείο για τη δουλειά. Η πρόταση, ως έχει, δεν πληροί το όριο για τις εξουσίες έκτακτης ανάγκης και στερείται στέρεης νομικής βάσης, όπως αναφέρεται στη νομική γνωμοδότηση.
Η ψηφοφορία θα μπορούσε να θέσει σε κίνηση μια ευρύτερη διαδικασία, καθώς εναπόκειται πλέον στην πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μέτσολα να αποφασίσει την επόμενη της κίνηση, δίνοντας την δύναμη να κλιμακώσει το θέμα, συγκαλώντας συζήτηση στην ολομέλεια, γράφοντας επίσημη επιστολή στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ή ακόμη και προσφεύγοντας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Από την πλευρά της, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν υπερασπίζεται την ταχεία διαδικασία, χαρακτηρίζοντάς την επείγουσα και ως «τη μόνη δυνατή λύση».