Ο Άγιος Μύρων καταγόταν από το Μεγάλο Κάστρο της Κρήτης, το σημερινό Ηράκλειο, και γεννήθηκε από ευσεβείς και φιλόθεους γονείς...
Ο Άγιος ήταν σεμνός και σώφρων, και αγαπούσε υπερβολικά την παρθενία και την άσκηση. Εργαζόμενος ως ράπτης στο Ηράκλειο συκοφαντήθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι τον φθονούσαν, ότι δήθεν αποπλάνησε μια Τουρκοπούλα. Στο δικαστήριο ο Άγιος απέρριψε απολογούμενος την συκοφαντία, αλλά ετέθη σε αυτόν το δίλημμα του εξισλαμισμού ή του θανάτου. Ο Μάρτυρας Μύρων αποκρίθηκε με παρρησία ότι δεν αρνείται την πίστη του, αλλά είναι έτοιμος να υποστεί κάθε βασανιστήριο για την αγάπη του Χριστού, καθώς γεννήθηκε Χριστιανός και Χριστιανός θέλει να πεθάνει.
Μεριμνούσε καθημερινά για τους φτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά. Κάποτε, ο έπαρχος Αχαΐας Αντίπατρος πήγε στον τόπο όπου λειτουργούσε ο Μύρων και συνέλαβε πολλούς χριστιανούς. Για να εκβιάσει λοιπόν το Μύρωνα, να αλλαξοπιστήσει, έφερε μπροστά του το ποίμνιο του και του είπε ότι, αν αυτός αρνηθεί το Χριστό, θα τους αφήσει όλους ελεύθερους.
Ο Μύρων μειδίασε και απάντησε: «Αν ήταν για τη σωτηρία των πνευματικών μου παιδιών, πρόθυμα θα έδινα τη ζωή μου. Τώρα όμως δεν πρόκειται γι’ αυτό. Ας δώσουν λοιπόν οι ίδιοι απάντηση». Τότε όλοι μαζί φώναξαν: «Όχι. Μια ανθρώπινη ψυχή είναι ασύγκριτα πολυτιμότερη από μύρια σώματα και από τον κόσμο όλο. Ποιος λοιπόν από μας θέλει να δεχθεί, ώστε να χάσει την ψυχή του ο πνευματικός μας πατέρας, για να ζήσουν λίγο περισσότερο στον πρόσκαιρο αυτό κόσμο οι δικές μας σάρκες;». Ο έπαρχος, εξοργισμένος από την απάντηση, αφού βασάνισε με φρικτό τρόπο το Μύρωνα, τελικά τον αποκεφάλισε.
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Κύκκου Κύπρου.